Σελίδες

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Η μοναξιά της γραφής


            Η πόρτα της κρεβατοκάμαρας άνοιξε απαλά και σαν αερικό, μέσα στο σκοτάδι, η Νεφέλη διέσχισε γοργά την απόσταση μέχρι το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Έμοιαζε με οπτασία καθώς το λιγοστό φως που έμπαινε από τις γρίλιες χάιδευε τη μορφή της. Στάθηκε λίγο αναποφάσιστη, αναδεύοντας τους κίτρινους χοντρούς φακέλους που κράταγε στα χέρια της. Μετά από λίγα λεπτά, προσεκτικά και αργά στήριξε τους τρεις, ψηλά-ψηλά, δίπλα στο λαμπερό αστέρι. Στην κορυφή. Αυτούς που έγραφαν απ’ έξω: ¨Μαμά¨, ¨Μπαμπάς¨, ¨Παύλος¨. Και χαμηλά, στα ποδαράκια του Χριστού, μέσα στην θαλπωρή της φάτνης, ακούμπησε τον τέταρτο, τον πιο χοντρό, αυτόν που έγραφε: ¨Για όλους¨. Κι έτρεξε να χωθεί ξανά στα ζεστά σκεπάσματα.

            Το επόμενο πρωί, πρωινό Χριστουγέννων, η μάνα άνοιξε τα παραθυρόφυλλα. Ο φρέσκος αέρας, μαζί με το παγωμένο φως, γέμισαν το δωμάτιο. Τα καινούρια στολίδια του δέντρου μαγνήτισαν αμέσως το βλέμμα της νοικοκυράς. Πλησίασε και κοίταξε μ’ αγάπη τα καλογραμμένα οικεία γράμματα. Στρογγυλά και ελαφρώς γερμένα προς την ανατολική πλευρά του χαρτιού.  Σαν να προσμένουν να δουν τον ήλιο στην χαραυγή του. Πήρε στην αγκαλιά της το δώρο της και το νανούρισε τρυφερά. Το λίκνισε με τον ίδιο τρόπο που λίκνιζε και τον αποστολέα του, πριν είκοσι περίπου χρόνια. Κάθισε στην καρέκλα και ξεκόλλησε με συγκινημένα δάχτυλα τον φάκελο. Πυκνογραμμένες σελίδες ξάπλωσαν στο τραπέζι και περίμεναν υπομονετικά να διαβαστούν και να μουσκέψουν απ’ τα δάκρυά της.

            Το σκηνικό ίδιο. Οι σκηνές παρόμοιες με τους πρωταγωνιστές να εναλλάσσονται. Ο μπαμπάς δεύτερος και μετά ο Παύλος, ο αδερφός της. Τρεις φάκελοι, τρεις πρωταγωνιστές, τρεις διαφορετικές ιστορίες. Σε όλες συμπρωταγωνίστρια και αφηγήτρια η Νεφέλη. Είχε γράψει μια διαφορετική ιστορία για κάθε αγαπημένο της πρόσωπο. Μια αληθινή περιπέτεια που είχε ζήσει μαζί του, ξετυλίγοντας απλόχερα όλα τα αισθήματα που βίωσε. Ότι ένιωσε, ότι έδειξε, όσα έκρυψε τότε, ηθελημένα ή ακούσια. Όλες αυτές οι λέξεις που ποτέ δεν ακούστηκαν από τα άηχα χείλη της ταξίδεψαν νοτισμένες στην καρδιά τους

.          «Μανούλα μου με πήρες αγκαλιά και μ’ έσφιγγες. Ένιωσα την απελπισία σου μέσα σε κείνο το απεγνωσμένο σφίξιμο. Ήμουν μικρούλα, δεν είχα ακόμα καταφέρει να διαβάζω χείλη. Δεν άκουγα. Έβλεπα όμως. Τα πάντα. Τα πρόσωπά τους, τα μάτια τους, την αποστροφή τους. Την απέχθεια για το κωφάλαλο παιδί σου. Με έκλεισες στην αγκαλιά σου δυνατά. Το ίδιο δυνατά κοπάνησες την πόρτα. Δεν την άκουσα μα είμαι σίγουρη. Την πόρτα του πατρικού σου. Άκουσα μανούλα μου. Άκουσα! Την καρδούλα σου που ’σπασε στα δυο. Γιατί οι δικοί σου γονείς δεν σε θέλανε, εκτός αν με έβαζες σε ίδρυμα…»
            «Πατερούλη μου, η δύναμη στα μπράτσα σου, η δύναμη της ψυχής σου πάντα με σήκωναν όταν έπεφτα. Πάντα μ’ ανέβαζαν…»
            «Αδερφούλη μου, έχασες φίλους, παρέες, συντρόφους μέσα απ’ τον ατελείωτο αγώνα σου να με υπερασπιστείς. Παιδάκι μια σταλιά ήσουν όταν σ’ έδιωχναν απ’ τις αλάνες γιατί είχες μαζί σου το ¨μουγκό¨. Έφηβος μοναχικός αφού όλοι σε κορόιδευαν όταν μιλούσαμε στη νοηματική…»
       
            Κοίταξε ο ένας τον άλλο στα μάτια. Συγκινημένοι κι απορημένοι: Μήπως κι εμείς που έχουμε φωνή μιλάμε; Ακουγόμαστε;

            Όλοι μαζί άνοιξαν και τον τέταρτο, τον πιο χοντρό. Ένα γαλαζοπράσινο βιβλίο αναδύθηκε. Μισάνοιχτα χείλη στολίζουν το εξώφυλλο. Η μοναξιά της γραφής, ο τίτλος του. Και συγγραφέας, η Νεφέλη τους. Περηφάνια, συγκίνηση, ικανοποίηση, λατρεία χρωματίζουν την φωνή τους καθώς διαβάζουν:

            …Τα μοναδικά και μοναχικά αισθήματα που βιώνουμε μοιράζονται και πολλαπλασιάζονται με την γραφή. Γίνονται παρέα και συλλογικότητα. Η ατομική και ξεχωριστή μοναξιά του καθενός γίνεται ομάδα μέσα από ένα κείμενο. Ο συγγραφέας δεν είναι μοναχικός, δεν είναι περισσότερο μόνος από οποιονδήποτε συνάνθρωπό του. Το αντίθετο μάλιστα. Είναι πιο κοινωνικός και επικοινωνιακός από τους περισσότερους. Βλέπει και συναισθάνεται πιότερα από τους άλλους, ξεγυμνώνεται δημόσια, εκφράζει αυτά που έζησε αυτός ή κάποιοι άλλοι, προσπαθώντας να αποδιώξει τον εγωκεντρισμό και να υμνήσει την ομαδικότητα. Οι αναγνώστες μέσα από τα γραπτά του ζουν περιπέτειες, βιώνουν τις ζωές των άλλων και παραλληλίζονται με τους εκάστοτε ήρωες.

….Μοναξιά είναι τα όσα έζησα και δεν μοιράστηκα με κανέναν. Μοναξιά είναι η μοναδικότητα των στιγμών που μόνο η δική μου καρδιά βίωσε, που μόνο το δικό μου μυαλό φύλαξε. Μοναξιά στη γραφή είναι η μοναξιά του βιώματος. Όταν η μοναξιά γίνεται γραφή παύει να υφίσταται. Γίνεται σπόρος και φυτρώνει, μπουμπουκιάζει κι ανθίζει.

…Όσα έζησα και δεν είπα γιατί δεν μπόρεσα, γιατί δεν πρόλαβα, γιατί ντράπηκα, γιατί δεν ήταν κοντά μου κάποιος να με ακούσει ήταν η μοναξιά μου. Τώρα που τα ‘γραψα έγιναν η παρέα μου.

…Είναι δύσκολο να ζεις χωρίς φωνή. Φαντάζομαι όμως ότι είναι πιο άσχημο να ‘χεις φωνή αλλά να μην σε ακούει κανείς. Γράφοντας ακούγομαι. Και με ακούν αυτοί που θέλουν πραγματικά να με ¨ακούσουν¨.



12/12            Χριστουγεννιάτικο διήγημα                                                              

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου