Σελίδες

Δευτέρα 29 Ιουλίου 2013

Εγώ και η κρίση


 
Εργαζόμενη ελληνίδα, για την ακρίβεια δημόσιος υπάλληλος, ετών σαράντα δύο, έγγαμος με δυο παιδιά. Αυτό είμαι.. Με σπίτι και αυτοκίνητο δικό μου, το δεύτερο ευτυχώς ξεχρεωμένο. Το σπίτι με στεγαστικό δάνειο που πληρώνω και θα πληρώνω για πολλά-πολλά χρόνια. Δεν λέω μέχρι να βγω σε σύνταξη γιατί δεν νομίζω ότι αυτό θα γίνει ποτέ…

Όλοι μου λένε να μην παραπονιέμαι για τις μειώσεις του μισθού μου, για τους φόρους κ.λπ. γιατί τουλάχιστον εγώ πληρώνομαι έστω και λιγότερα απ’ ότι πριν. Δεν είμαι άνεργη. Ουάου! Πρέπει να χαρώ για κάτι που μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν κεκτημένο δικαίωμα μου; Χάρη μου κάνουνε; Σπούδασα, πάλεψα, δούλεψα, έφυγα απ’ τον τόπο μου, διορίστηκα. Δεν μου χάρισε κανείς τίποτα και τώρα μου κλέβει. Μου κλέβει τα χρόνια που δούλεψα – είκοσι τρεις  μήνες πλεονάζον χρόνος στην κατάταξή μου στο ενιαίο μισθολόγιο δεν μετρώνται στη μισθοδοσία μου, δηλαδή σχεδόν δυο χρόνια δουλειάς πάνε χαμένα – μου κλέβει τα όνειρα, τους κόπους και την αξιοπρέπεια.

Είμαι τυχερή που δουλεύω… όμως ντρέπομαι. Ντρέπομαι που πηγαίνω στη δουλειά με το κεφάλι μου πλημμυρισμένο από τα άσπρα μαλλιά. Που φοράω τα ίδια ρούχα, τα ίδια παπούτσια… γιατί ευτυχώς ή δυστυχώς δεν ψηλώνω και μου κάνουν. Σε αντίθεση με τα παιδιά μου που κατά προτεραιότητα έχουν περισσότερες ανάγκες. Ντρέπομαι που γκρινιάζω, που ζηλεύω, που παραπονιέμαι. Όμως δεν φταίω εγώ που νιώθω να φεύγει η γη κάτω από τα πόδια μου. Που νιώθω εγκλωβισμένη από τις  επιλογές μου, που όμως γίνανε σε άλλες εποχές και με άλλες συνθήκες και προοπτικές.

Μου λένε επίσης πως είμαι τυχερή που ζω στην επαρχία. Δεν έχω ακόμα όμως καταλάβει γιατί. Ίσως επειδή μπορώ στον κήπο μου να φυτέψω πατάτες, κολοκύθια και άνηθο; Ή μήπως επειδή όταν παίρνω βαθιές ανάσες, για να διώξω τις κρίσεις πανικού που νιώθω, ο πλούσιος καθαρός αέρας μου διώχνει το άγχος; Η επαρχία δεν έχει τραμ, μετρό και αστικά λεωφορεία. Δεν μπορείς να μετακινηθείς αν δεν έχεις αυτοκίνητο. Η βενζίνη είναι πιο ακριβή. Τα μαγαζιά δεν έχουν τη δυνατότητα των μεγαλοκαταστημάτων να κάνουν προσφορές.  Παντού είναι δύσκολα. Τι να σώσει ο μαϊντανός όταν έρχεται ο λογαριασμός της ΔΕΗ;

Όμως, όπως όλοι λέμε τον τελευταίο καιρό, έχω τουλάχιστον την υγεία μου. Την έχω; Πως το ξέρω; Αφού και οι εξετάσεις στοιχίζουν και δεν κάνω ούτε έναν απλό αιματολογικό έλεγχο – ας μην αναφερθώ σε τεστ παπ κλπ. Φυσικό και λογικό είναι να προέχουν τα εμβόλια και οι θεραπείες των παιδιών ή των ηλικιωμένων.

Κι εγώ που είμαι στη μέση, σαν το λιωμένο τυράκι του τοστ, τι κάνω; Παλεύω να μην στερήσω στα παιδιά μου τα απαραίτητα, προσπαθώ να μην φορτώσω στους γονείς μου κι άλλα βάσανα. Κολλάω πάνω στον άντρα μου – στο ζαμπονάκι δηλαδή – που κρατάει πιο γερά, μιας και σαν άντρας δεν έχει τις δικές μου ευαισθησίες και ανησυχίες.: τι έγινε αν τρύπησε η κάλτσα, αν χάλασε η καρέκλα, αν δεν βάλεις κρέμα στο πρόσωπό σου, αν κρατάς την ίδια τσάντα, αν έχει ξεθωριάσει η μπλούζα;…

Δεν έγινε τίποτα γιατί ευτυχώς δουλεύω. Αλλά γιατί δουλεύω; Για να πληρώνω την αλληλεγγύη, την ανεργία, τους φόρους, την ασφάλιση κλπ, κλπ, δηλαδή το κράτος. Και μόνο το κράτος. Σε ένα φαύλο κύκλο. Γιατί αφού εγώ η εργαζόμενη του κράτους, δουλεύω στο κράτος, για το κράτος… και - κλητική -  ω κράτος!

Οι απλοϊκοί οικονομικοί συνειρμοί μου με οδηγούν στο κέντρο της μαύρης τρύπας, όχι του προϋπολογισμού, αλλά του παραλογισμού. Τις κάλτσες τις μαντάρω, τα ρούχα τα μπαλώνω ή τα μεταποιώ. Φτιάχνω απορρυπαντικά βιολογικά. Μαγειρεύω καθημερινά, φτιάχνω και γλυκά, δίνω ταπεράκια στα παιδιά για το σχολείο. Κάνω όλες τις δουλειές του σπιτιού μόνη μου. Του κήπου επίσης. - Εννοείται ότι βοηθιόμαστε με το ζαμπονάκι.- Τις διάφορες άλλες δουλειές  π.χ. φορολογικές δηλώσεις κλπ. κλπ…. Κάνω τα πάντα. Όλα. Για να ελαχιστοποιήσω τα έξοδα. Και αναρωτιέμαι αφού, παρόλο που δουλεύω και πληρώνομαι, τα λεφτά μου δεν καταλήγουν σε κάποιους ελεύθερους επαγγελματίες, καταστηματάρχες, εργάτες πως στο καλό θα ζήσουν κι οι συνάνθρωποί μου; Και πως θα αναπτυχθεί αυτή η ρημαδοχώρα; Πως θα μειωθεί η ανεργία; Πως θα γλιτώσουμε την τρέλα;

Λένε πως ο χρόνος είναι χρήμα. Χρήμα δεν έχω. Ούτε χρόνο για να τον μετατρέψω σε χρήμα. Αλλά… ευτυχώς δουλεύω! Και με δουλεύουνε!

 

20/10/12                                                                      Άννα Κοκκίνου

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου